τελευταία άρθρα σε τίτλους

“30 Χρόνια είναι Αρκετά”. Για την επέτειο της «γερμανικής επανένωσης»

Enter your email address to follow this blog and receive notifications of new posts by email.

Join 6,844 other subscribers

Στις 3 Οκτώβρη 2020, το γερμανικό καπιταλιστικό κράτος γιορτάζει την «επανένωση» (μάλλον εδώ ταιριάζει καλύτερα ο όρος “προσάρτηση”) [1] της Ανατολικής Γερμανίας (DDR), από την Ομοσπονδιακή Δυτική Δημοκρατία της Γερμανίας (BDR). Στις 31 Αυγούστου 1990, έγινε η υπογραφή της συνθήκης για την «ενοποίηση» των δύο Γερμανιών και τέθηκε σε ισχύ στις 3 Οκτωβρίου 1990. Αν και βρισκόμαστε σε μια περίοδο ύφεσης την γερμανική οικονομία και μέσα στην κρίση του κορονοϊού, η γερμανική κυβέρνηση ετοιμάζεται να γιορτάσει το γεγονός κάνοντας λόγο για επιστροφή του Βερολίνου πίσω στην «αγκαλιά της Ευρώπης». Τριάντα χρόνια μετά, και ενώ υπάρχει μια ιδιαίτερη αναβίωση του φασιστικού φαινομένου στη Γερμανία -ή μάλλον δεν σταμάτησε ποτέ να είναι σε έξαρση, όπως άλλωστε και παντού στην Ευρώπη- το γερμανικό κράτος βρίσκει και πάλι την ευκαιρία να πανηγυρίσει το τέλος του «κομμουνισμού», το «τέλος της ιστορίας» και τη νίκη του καπιταλισμού. Επιστρατεύει κάθε ιδεολογικό μηχανισμό που διαθέτει για να πείσει ότι η ζωή στη σημερινή ενωμένη Γερμανία, των περίπου 30.000.000 εργατών-τριών που είτε ζουν στο όριο της φτώχειας, είτε πολύ κάτω από αυτό δεν αντιμετωπίζει ιδιαίτερα προβλήματα στο εσωτερικό, [2] σ’ ένα Βερολίνο όπου οι ταξικές ανισότητες οξύνονται με την αύξηση των ενοικίων και με άλλα τεραστίου μεγέθους προβλήματα, όπως η αύξηση των αστέγων, και οι ρατσιστικές και αντισημιτικές επιθέσεις συνεχίζουν την ανοδική πορεία τους. Αυτό το κράτος λοιπόν, ισχυρίζονται σήμερα οι κύκλοι της καπιταλιστικής κυριαρχίας στη Γερμανία ότι είναι ένας οργανωμένος επίγειος παράδεισος [3]. Αυτή η ιδεολογία είναι που επιστρατεύεται επίσης, για να ξεπλυθεί η γερμανική ιστορία, οι ευθύνες της Γερμανίας στο Ολοκαύτωμα και στον εξολοθρευτικό πόλεμο. Η ιδεολογία που συνεχίζει εκείνη τη «καλή» δουλειά που είχαν ξεκινήσει οι Γερμανοί αναθεωρητές ιστορικοί της δεκαετίας του ΄80 που φώναζαν: «τι Άουσβιτς τί Γκούλαγκ», «τι Χίτλερ, τι Στάλιν». Για μια Γερμανία που μετά το 1945 ενεπλάκη ξανά σε αρκετούς πολέμους μεταξύ αυτών του Αφγανιστάν, της Γιουγκοσλαβίας κλπ. Για τους κομμουνιστές-τριες που ζουν σήμερα στη Γερμανία, αλλά και παντού στην Ευρώπη και τον κόσμο, “η επέτειος της 3ης Οκτώβρη είναι μια μέρα θλίψης”. Ακριβώς αυτό είχε ακουστεί στο Ισραήλ, όταν ο επιζών του Ολοκαυτώματος και τότε βουλευτής Dov Shilansky, ομιλητής στο ισραηλινό κοινοβούλιο, ανακήρυξε την ημέρα της γερμανικής επανένωσης σε ημέρα πένθους.

Μια πολιτική κριτικής ανάλυσης του ζητήματος της επανένωσης και εναντίωσης σ’ αυτό, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι κάποιος-α τάσσεται με τον κρατικό καπιταλισμό της ύστερης Ανατολικής Γερμανίας που κατέρρευσε μέσα σε μια σειρά από αντιφάσεις που υπήρχαν σε ολόκληρο το ανατολικό μπλοκ, αν και η φύση του καθεστώτος, τα λάθη, τα όρια και πολλές άλλες πλευρές του, πρέπει να συνεχίσουν να αποτελούν πεδίο μελέτης από μια υλιστική σκοπιά. Ωστόσο, δεν ξεχνάμε ότι η «επανένωση της Γερμανίας» στάθηκε η αφορμή για να ανασυγκροτηθεί και πάλι ένα από τα πιο σκληρά αντικομμουνιστικά και ρατσιστικά κράτη της Ευρώπης. Η επανένωση ήταν εκείνη η ευκαιρία που έψαχναν οι περισσότεροι από τους Γερμανούς, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων κομματιών και της αριστεράς, να πέσουν σε ένα εθνικιστικό ντελίριο και να εκφράσουν με χαρά την «εθνική τους υπερηφάνεια». Είναι κάτι που το έκανε αρκετά καλά ο αντικομμουνιστικός όχλος στη Γερμανία, που τότε πανηγύρισε την αρχή της πτώσης του «Σιδηρού Παραπέτασματος», όπως αποκαλούσαν το ανατολικό μπλοκ. Το έκανε άλλωστε με την ίδια παραδοσιακή συνταγή, εκείνη τη συνταγή ενός γεύματος που ο γερμανικός φασισμός ξέρει ιστορικά να σερβίρει καλύτερα από κάθε άλλον : το γεύμα του θανάτου. Άλλωστε, «ο θάνατος είναι ένας αφέντης από τη Γερμανία», όπως έγραφαν τότε τα πανό των αντι-γερμανών κομμουνιστών-τριών που αντιδρούσαν στην επανένωση με διαδηλώσεις και άλλες δράσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μετά τα γεγονότα που έλαβαν χώρα το 1989 με τη πτώση του τοίχους, ξέσπασαν μαζικές ρατσιστικές επιθέσεις, δολοφονίες και εμπρησμοί ενάντια σε μετανάστες, καθώς και εκατοντάδες βεβηλώσεις εβραϊκών νεκροταφείων σε ολόκληρη τη Γερμανία. Μια από αυτές τις περιπτώσεις ήταν και μία σειρά “γεγονότων του Ρόστοκ” με θύματα βιετναμέζους εργάτες–τριες το 1992 [4] που έγιναν ευρύτερα γνωστά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τα θύματα από τότε μέχρι και σήμερα είναι χιλιάδες, μεταξύ αυτών και αρκετοί νεκροί. Αυτά είναι τα 30 χρόνια που πανηγυρίζει σήμερα το γερμανικό αστικό κράτος. Αυτό είναι και το ζουμί μιας αντι-γερμανικής κομμουνιστικής κριτικής ανάλυσης που γίνεται μέσα στη Γερμανία. Και ίσως να αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα όταν η κριτική αυτή ανάλυση γίνεται από κομμουνιστές-τριες που έχουν μεταναστευτική καταγωγή, όπως δηλαδή με το παρόν κείμενο και τους συτάκτες-τριές του. Ας δούμε όμως κάποια από τα ιστορικά ζητήματα λίγο πιο αναλυτικά.

Στις 7 Οκτώβρη του 1949, ιδρύθηκε η Deutsche Demokratische Republik, DDR, στα ελληνικά Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας. Η ίδρυση της DDR ήταν αποτέλεσμα της διαμάχης μεταξύ των συμμάχων για τις ζώνες επιρροής στην Ευρώπη, με την Σοβιετική Ένωση τελικώς να αποχωρεί το 1948 από το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου που είχε συγκροτηθεί μετά την λήξη του Β’ Π.Π. το 1945. Η αποχώρηση αυτή έγινε λόγω ριζικών διαφωνιών για την πολιτική και οικονομική φύση των αλλαγών αυτών στη ζώνη επιρροής της. Το συμβούλιο Ελέγχου αποτελούνταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία και τον κύριο νικητή του πολέμου, την χώρα που πλήρωσε τον μεγαλύτερο φόρο αίματος, τη Σοβιετική Ένωση. Το Συμβούλιο Ασφαλείας είχε ως στόχο τον διαμελισμό της Γερμανίας και το χώρισμά της σε ζώνες επιρροής των συμμάχων, ενώ αρχικά υπήρχε ακόμα και σχέδιο μη αναβιομηχάνισης της χώρας. Να παραμείνει δηλαδή η Γερμανία αυτό πραγματικά της άξιζε : μια kartofel-land (πατατοχώρα). Οι διαπραγματεύσεις για το μέλλον της Γερμανίας ξεκίνησαν στη Γιάλτα και το Πότσνταμ (πόλη δίπλα στο Βερολίνο) και κράτησαν για αρκετά μεγάλο διάστημα.

Τα ομόσπονδα κράτη (Länder), του Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας, Βραδεμβούργου, Σαξονίας, Σαξονίας-Άνχαλτ και Θουριγγίας, βρέθηκαν στη σοβιετική ζώνη κατοχής, συμπεριλαμβανομένου του Ανατολικού Βερολίνου. Επισήμως, τόσο οι δυτικοί σύμμαχοι όσο και οι σοβιετικοί στη διάσκεψη του Πότσδαμ το 1945, ήταν προσηλωμένοι στη διατήρηση μιας ενοποιημένης Γερμανίας, τουλάχιστον στα χαρτιά. Το 1952, το Σημείωμα του Στάλιν πρότεινε την επανένωση της Γερμανίας και την απεμπλοκή της από την κεντρική Ευρώπη, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι υπόλοιποι σύμμαχοι αρνήθηκαν. Ο λόγος δεν ήταν άλλος από το ότι οι δυτικοί σύμμαχοι ήθελαν να κρατήσουν ένα κομμάτι της Γερμανίας κάτω από τη δική τους σφαίρα επιρροής ενώ είχε ξεκινήσει ήδη ο ψυχρός πόλεμος και υπήρχε ακόμα και η πιθανότητα μιας νέας πολεμικής σύγκρουσης με την ΕΣΣΔ. Έτσι η περίφημη «αποναζιστικοποίηση» της Γερμανικής κοινωνίας έγινε μέσα σε ένα εκρηκτικό κλίμα σύγκρουσης δύο διαφορετικών μοντέλων οικονομικής και κοινωνικής συγκρότησης. Από τη μία το δυτικό μοντέλο του καπιταλισμού και από την άλλη ένα ιδιόρρυθμο αυταρχικό γραφειοκρατικό καθεστώς με πολλά στοιχεία από αυτά της ελεύθερης καπιταλιστικής οικονομίας.

Παρόλα τα αρνητικά που μπορεί να εντοπίσει κάποιος στο καθεστώς της Α. Γερμανίας δεν πρέπει να αγνοηθεί ότι ήταν εκείνη από τις δύο Γερμανίες που προχώρησε σε αρκετές δίκες και καταδίκες στελεχών της ναζιστικής εποχής, όταν την ίδια ώρα στη δυτική Γερμανία πολλά από τα ναζιστικά καθάρματα επέστρεψαν κανονικά στα καθήκοντά τους. Εκεί, πολλά τέρατα του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος βρήκαν την αθώωση από τα αστικά δικαστήρια που διηύθυναν, μεταξύ άλλων, πολλοί πρώην ναζιστές, ακόμα και πολύ αργότερα, στις δεκαετίες του 60 και 70. Κατά τη διάρκεια της περιόδου «αποναζιστικοποίησης» στη Δ. Γερμανία, πολλοί από τους αξιωματούχους των ναζιστών και μέλη του κόμματος, υπεύθυνοι για εγκλήματα, όχι μόνο γι’ αυτά που παραμένουν μέχρι σήμερα ατιμώρητα, αλλά και για άλλα που παραμένουν μέχρι σήμερα ανεξιχνίαστα, αυτοί οι Ναζί παρέμειναν σε θέσεις κλειδιά (δήμαρχοι, δικαστές κλπ.), από τις οποίες σε πολλές περιπτώσεις κατάφεραν να κατέστρεψουν στοιχεία για τα εγκλήματα αυτά. Ωστόσο το δυτικογερμανικό πρόβλημα πηγαίνει και πολύ πιο πέρα από δικαστές  και δημάρχους. Ως τρανταχτά παραδείγματα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τους: Hans Globke, ο οποίος ήταν ένας από τους συντάκτες των φυλετικών νόμων της Νυρεμβέργης και στο μεταγενέστερο κράτος της Δ. Γερμανίας ήταν ανώτατος αξιωματούχος της καγκελαρίας του Adenauer από το 1953 έως το 63, και Reinhand Gehlen που είχε υπηρετήσει στη μυστική γενική υπηρεσία της Wehrmacht και αργότερα ήταν ο εμπνευστής ιδρυτής των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών (BND) των οποίων ήταν επικεφαλής μέχρι το 1968 [5].

Η διαφορά λοιπόν της ΛΔΓ με την Ο.Δ. της Δ. Γερμανίας ήταν ότι έστω και στα χαρτιά ο ρόλος του κράτους της ΛΔΓ παρέμεινε αντιφασιστικός, χωρίς όμως να λείπουν τα ακραία ρατσιστικά φαινόμενα μέσα στην ανατολικογερμανική κοινωνία κυρίως τις δεκαετίες του ’70 κ ’80. Στο κράτος της Ανατολικής Γερμανίας δεν έλειψε και ο διάχυτος αντισιωνιστικός αντισημιτισμός κυρίως μέσα από την επίσημη κομματική γραμμή, ιδιαίτερα μετά τη στροφή της Σοβιετικής Ένωσης στο ζήτημα της αναγκαιότητας της ύπαρξης του Ισραήλ ως κράτους καταφυγίου των Εβραίων. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, του ψυχρού πολέμου, αλλά και λόγω της φύσης του γραφειοκρατικού συστήματος της Ανατολικής Γερμανίας ξεκίνησε ένα όργιο καταστολής και αστυνόμευσης σε ολόκληρη την χώρα καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής της. Θύματα δεν ήταν μόνο οι «πράκτορες» της Δύσης όπως συχνά αποκαλούνταν οι διαφωνούντες με τη γραμμή του κόμματοςκομμουνιστές , αλλά και απλός κόσμος που είχε την ατυχία να κάνει κάτι που δεν συμφωνούσε με την κανονικότητα του καθεστώτος. Ακόμα και κομμάτια της νεολαίας που είχαν σχέση με την μουσική της πανκ και άλλες υποκουλτούρες, που την εποχή του ’70 κ’ ’80 άνθιζαν στο μικρό «νησί» του δυτικού Βερολίνου, βρέθηκαν στο στόχαστρο του κόμματος. Για να κατανοήσουμε όμως τη φύση της καταστολής μέσα στη ΛΔΓ, θα πρέπει να κοιτάξουμε και την κατάσταση που επικρατούσε και στη Δ. Γερμανία, εκεί δηλαδή που είχαν μαζευτεί χιλιάδες πράκτορες μυστικών υπηρεσιών της Γαλλίας, των ΗΠΑ, της Αγγλίας κοκ.

Αξίζει εδώ να σημειωθεί επίσης ότι αν θέλουμε να κατανοήσουμε πραγματικά την άνοδο και την παγιοποίηση του ρατσιστικού φαινομένου και των νεοναζιστικών ομάδων στην Α. Γερμανία σήμερα, θα πρέπει σίγουρα να ανατρέξουμε και να δούμε τις αδυναμίες, την κοινωνική σύνθεση και την κύρια γραμμή του κόμματος της ΛΔΓ πριν την πτώση της, δηλαδή πριν το 1989. Θα ήταν επίσης καλό να συνεχίσουμε να αναρωτιόμαστε για το αν η Γερμανία ως κράτος είχε το οποιοδήποτε δικαίωμα να συνεχίσει να υπάρχει μετά το Ολοκαύτωμα ή θα ήταν καλό για την ανθρωπότητα η αυλαία τέλους αυτής της χώρας να μείνει ο βομβαρδισμός της Δρέσδης.

Σήμερα, 30 χρόνια μετά, στην ενωμένη Γερμανία η κατάσταση ξεφεύγει και πάλι. Η κοινωνική ειρήνη έχει από καιρό διαταραχθεί. Όλο το προηγούμενο διάστημα, ο γερμανικός φασισμός συνεχίζει την ανοδική του πορεία. Το επίσημο κράτος προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες που φέρνει το τέλος της «ταξικής ειρήνης» στο εσωτερικό της Γερμανίας. Οι ρατσιστικές και αντισημιτικές δολοφονικές επιθέσεις συνεχίζονται : μερικές από τις πιο πρόσφατες είναι στο Χάλε, το Hanau και το Βερολίνο (Neukolln). Δεν είναι λίγοι επίσης οι εμπρησμοί σε κέντρα φιλοξενίας μεταναστών σε ολόκληρη τη Γερμανία. Οι βεβηλώσεις σε εβραϊκά νεκροταφεία, σε συναγωγές και άλλους «εβραϊκούς στόχους» είναι επίσης σε άνοδο. Ο έλεγχος, η αστυνομική καταστολή και γενικότερα η εσωτερική στατιωτικοποίηση της χώρας μπαίνει στην ημερήσια διάταξη. Να μην ξεχνάμε ότι το γερμανικό κοινοβούλιο αποφάσισε ήδη εδώ και καιρό ότι είναι πλέον νόμιμη συνταγματικά η χρήση του στρατού στο εσωτερικό της χώρας σε περίπτωση κρίσεων. Οι ακροδεξιοί θύλακες μέσα στην αστυνομία είναι επίσης μια πραγματικότητα που δύσκολα κρύβεται πια κάτω από τη βιτρίνα του αφηγήματος της «ανεκτικής δημοκρατικής κοινωνίας». Η Γερμανία, 75 χρόνια μετά το 1945, είναι μια από τις ισχυρότερες καπιταλιστικές οικονομίες του κόσμου, βασίζοντας μεγάλο μέρος της οικονομίας της στην βιομηχανία όπλων. Παρά τα δάκρυα της καγκελαρίου Μέρκελ για τους πρόσφυγες δάκρυα που δεν χύνει τυχαία, εφόσον οι πρόσφυγες αποτελούν φτηνή και αναλώσιμη εργατική δύναμη για το κεφάλαιο και τη βιομηχανία– η γερμανική πολιτική για τους πρόσφυγες, όπως και οι αντίστοιχες ευρωπαϊκές, είναι απάνθρωπες. Μέσα σε όλα αυτά ήρθε να προστεθεί στη Γερμανία και η κρίση της πανδημίας του κορονοϊού. Εργάτες στα σπαράγγια, προερχόμενοι από τη Ρουμανία, άλλοι στη βιομηχανία κρέατος, όχι μόνο μολύνθηκαν, αλλά έχασαν και τη ζωή τους. Οι συνθήκες δουλειάς αυτών των εργατών-τριών είναι πραγματικά άθλιες. Γι’ αυτό το κομμάτι της εργατικής τάξης λίγα έχουν πει οι αστικές εφημερίδες και η πλειονότητα των γερμανών αριστερών ομάδων. Η κρίση του κορονοϊού ήταν πραγματικά μια ευκαιρία για να πέσουν οι μάσκες. Σε συνθήκες καραντίνας αυτή η αριστερά το μόνο που είχε ως απαίτηση από το κράτος ήταν περισσότερο κράτος και περισσότερα μέτρα. Βέβαια δεν θα μπορούσαμε να περιμένουμε τίποτα άλλο από αυτή την αριστερά που δεν είναι τίποτα άλλο από μια ενσωματωμένη σοσιαλδημοκρατική πολιτική. Ωστόσο, είναι σημαντικό αυτό να το αναφέρουμε εδώ γιατί η κρίση αυτή της αριστεράς άνοιξε το δρόμο στη μαζικοποίηση του γερμανικού λαϊκού φασιστικού φαινομένου λίγα χρόνια μετά το PEGIDA, και μάλιστα με αναβαθμισμένα ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Στις διαδηλώσεις που έλαβαν χώρα στο Βερολίνο, ιδίως στην πιο πρόσφατη από αυτές, λίγο έλειψαν να μπουν ακόμα και στο κοινοβούλιο. Η διαδήλωση αυτή για τον κορονοϊό ξεπέρασε σε μαζικότητα κατά πολύ πολλές άλλες κινητοποιήσεις. Οι διαδηλώσεις αυτές είναι ένα συνονθύλευμα από “ψεκασμένους” συνομωσιολόγους, νεοναζί, “εσωτεριστές”, ακόμα και κάποιους “αριστερούς”, είναι δηλαδή γέννημα- θρέμμα της εθνικής λαϊκής κοινότητας. Έχουν ως κεντρικό σύνθημα «Ελευθερία». Η κρίσης της αριστεράς, ο οπορτουνισμός και η αδυναμία να διατυπωθεί μια σωστή αντίληψη για τα μέτρα που πάρθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, (πολλά από αυτά ήρθαν για να μείνουν) άνοιξαν δρόμο και χώρο στη μαζικοποίηση των φασιστών που ποζάρουν ως οι δήθεν τελευταίοι θεματοφύλακες των αξιών της δυτικής αστικής δημοκρατίας και του διαφωτισμού. Oι φασίστες αυτοί, αν και ανταποκρινόμενοι σε καλέμασματα ανοικτά αντι-δημοκρατικών οργανώσεων (π.χ. της οργάνωσης «Τρίτος Δρόμος – Der Dritte Weg», αντίστοιχη της Χρυσής αυγής) ετοιμάζονται τώρα να γιορτάσουν στις 3 Οκτώβρη και την «επανένωση», όπως και ένα μήνα αργότερα, την επέτειο της πτώσης του τοίχους στις 9 Νοέμβρη. Μια άλλη γιορτινή μέρα για τους Γερμανούς όχι μόνο γιατί έπεσε το τοίχος, αλλά γιατί θυμούνται καλά και μια άλλη επέτειο εκείνη του 1938. Όλα αυτά στέκονται περισσότερο από αρκετά να μας κάνουν στις 3 Οκτώβρη να βγούμε και εμείς να φωνάξουμε μαζί με άλλους-ες αντιφασίστες-τριες στις αντιφασιστικές αντισυγκεντρώσεις ότι : “30 Χρόνια είναι αρκετά” [6].

Κομμουνιστές – τριες με μνήμη στο Βερολίνο

Σημειώσεις

[1] Έχει επικρατήσει αυτός ο όρος, που είναι ευθεία αναφορά στον όρο Anschluss, όπως ονομάστηκαν οι προσαρτήσεις Τσεχίας και Αυστρίας τη δεκαετία του ’30 στο τότε γερμανικό Ράιχ. Τεχνικά επίσης είναι σωστό να μιλάμε για “προσάρτηση”, γιατί δεν δημιουργήθηκε νέο κράτος, παρά μόνο προσαρτήθηκαν εδάφη ενός κράτους, που έπαψε να υφίσταται, που αυτοδιαλύθηκε και παραδόθηκε ολοκληρωτικά, σε ένα άλλο.

[2] Άρθρο της Καθημερινής για τους ανθρώπους που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας μόνο στη πλούσια γερμανική πόλη της Βρέμης: https://www.kathimerini.gr/economy/international/1056149/kato-apo-to-orio-tis-ftocheias-diavioi-to-22-7-ton-katoikon-tis-vremis/

[3] Η οργάνωση (Ordnung) είναι η παράδοση του κράτους στη Γερμανία. Από την Πρωσία και μετά, τουλάχιστον. Πράγμα που συνάδει και με το εργοστασιακό μοντέλο οργάνωσης. Είναι σημαντικό να αναφερθεί η λέξη.

[4] Από 22 έως 24 Αυγ., 1992 βίαιες ξενοφοβικές ταραχές έλαβαν χώρα στον οικισμό Λιχτενχάγκεν του Ρόστοκ της Γερμανίας. Αυτές ήταν οι χειρότερες επιθέσεις εναντίον μεταναστών στη μεταπολεμική Γερμανία. Παρά τις πέτρες και τις βόμβες μολότοφ που ρίχθηκαν σε μια πολυκατοικία, όπου ζούσαν αιτούντες άσυλο, κανείς δεν έχασε τη ζωή του. Στο αποκορύφωμα των ταραχών, συμμετείχαν αρκετές εκατοντάδες ακροδεξιοί εξτρεμιστές, και περίπου 3.000 άτομα που παρακολουθούσαν, επικροτώντας τους

[5] Διαβάστε και προηγούμενο κείμενο μας για τα 81 χρόνια από το αντισημιτικό πογκρόμ: https://theshadesmag.wordpress.com/2019/11/08/81-years-after-the-pogrom/

[6] Τον τίτλο τον δανειστήκαμε από το νέο τεύχος του γερμανικού περιοδικού https://www.konkret-magazin.de/

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

%d bloggers like this: