Mikhal Dekel – «Από το Στόμα της Βιασμένης Γυναίκας Rivka Schiff», Κίσινεφ, 1903
Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση WSQ: Women Studies Quarterly 36. Η Mikhal Dekel είναι καθηγήτρια φιλολογίας στο Σιτυ Κόλετζ της Νέας Υόρκης και στο Πανεπιστήμιο της Πόλης της Νέας Υόρκης και συγγραφέας. Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας
Όταν το γουρούνι μπήκε στη σοφίτα από τη σκεπή, μερικοί από αυτούς έπεσαν πρώτα πάνω στην κόρη των Zichec. Την χαστούκισαν και σχημάτισαν ένα κύκλο γύρω της. Έπεσε στο πάτωμα από το χτύπημα. Σήκωσαν το φουστάνι της, την γύρισαν μπρούμυτα και άρχισαν να την χτυπούν στο πισινό της με τα χέρια τους. την γύρισαν γύρω ξανά, άνοιξαν τα πόδια της, σκέπασαν τα μάτια και το στόμα της για να μη φωνάζει· ένας τους ανέβηκε πάνω της και οι άλλοι γονάτισαν γύρω της και περίμεναν την σειρά τους. όλοι τους έκαναν ότι έκαναν μπροστά σε όλους στην σοφίτα. Κάποιοι πήδηξαν πάνω μου και στον άντρα μου. Ήθελε να το σκάσει και ήμουν πίσω του. Του επιτέθηκαν: Δώσε λεφτά! Ο Miti Karsilechic ήθελε να με κοροϊδέψει, και μου ζητούσε λεφτά. Ζήτησα έλεος: Μη με πειράξεις Miti, με ξέρεις και είμαστε γείτονες πολλά χρόνια. Δεν έχω λεφτά. Κάποιοι από αυτούς μου έσκισαν το φόρεμα από πάνω μου, και ένας με χαστούκισε: Αν δεν έχεις λεφτά, θα σε απολαύσουμε με άλλο τρόπο. Έπεσα στο πάτωμα και ο Miti βρέθηκε πάνω μου. Και η υπόλοιπη συμμορία γύρω μου να περιμένει τη σειρά της. Ο άντρας και οι άλλοι Εβραίοι στην σοφίτα είδαν τον Miti πάνω μου. Ο άνδρας μου τους έδωσε ένα ασημένιο ρολόι και ένα μενταγιόν. Νόμιζαν πως το μενταγιόν ήταν χρυσό και μέχρι να τελειώσουν να το κοιτούν, ο άνδρας πήδηξε έξω. Οι υπόλοιποι Εβραίοι έκαναν το ίδιο. μόνο εγώ και η Simi Zichec μείναμε. Με κορόιδευαν και με πείραζαν: «Φαίνεται πως σε όλη σου τη ζωή δεν πήγες ποτέ με goy (ΣτΜ: εθνικός, μη Εβραίος) – τώρα θα μάθεις την γεύση ενός goy», δεν ξέρω πόσοι ήταν, σίγουρα όχι λιγότεροι από πέντε και μάλλον εφτά. Όταν τελείωσαν – κατέβηκαν ένας ένας. Ένας goy ανέβηκε – ο Bubichec – και είπε: Κρύψου στη γωνία γιατί θα ανέβουν και άλλοι αλήτες σε λίγο. Σε λίγο θα έρθω με την γυναίκα μου και θα σε πάρουμε κάτω. Έκατσα στη γωνία με τα εσώρουχα μου, και τότε η Simi Zichec ήρθε και έκατσε μαζί μου. Καθόμασταν και οι δύο ήσυχες και αμίλητες. Σύντομα κάποιος ανέβηκε πάνω και άρχισε να φωνάζει τους φίλους του. Είδε πως δεν ήταν κανείς και έφυγε. Αργότερα περίπου άλλοι τέσσερις ανέβηκαν. Ένας έσκυψε από πάνω μου σα να με λυπόταν. Είδε τα σκουλαρίκια και τα άρπαξε από τα αυτιά μου και ήθελε να με βασανίσει ξανά. Τότε ο καλός goy Bubichec και μπροστά στα μάτια του εμένα και την Simi μας είχαν αρπάξει από δυο. Ο goy προσπάθησε να τους σταματήσει με πονηράδα και είπε: «Είστε χριστιανοί και οι κόρες του Ισραήλ είναι απαγορευμένες για σας». Αλλά ήθελαν να τον χτυπήσουν και εκείνον καιήταν φοβισμένος και προσπάθησε απλά να σώσει ζωές: «Κάντε ότι θέλετε με αυτές, μόνο μη τις σκοτώσετε». Οι τέσσερις τελείωσαν και ο goy με βοήθησε να σκεπαστώ με ένα σάλι και η Simi κρατούσε το χέρι μου, έτσι κατεβήκαμε από την σοφίτα, και το γουρούνι πίσω μας. Με τον goy να μας συνοδεύει, η Sima αι εγώ πήγαμε στο σπίτι της μητέρας μου στο Βαγκαζαλ – Ταμπακάρι – (Η Sima επίσης έχει μια θεία εκεί) και είδαμε πως τα πάντα είχαν καταστραφεί και εκεί. Γύρισα για να βρω τον άνδρα μου. Δεν ξέρω που είναι, ζωντανός ή νεκρός; Τσακισμένη και πληγωμένη, ένα δοχείο ντροπής και βρωμιάς, επέστρεψα στην αυλή στο σπίτι μου – ίσως να τον βρω – και είδα μια γυναίκα να τρέχει μακριά και έτρεξα πίσω της. «Που είναι η Bube μου» ρώτησε η γυναίκα (η Bube ήταν και εκείνη στη σοφίτα). Την παρηγόρησα πως δεν είχε σκοτωθεί κανείς. Πήγαμε στην αυλή του τελετουργικού λουτρού – η γυναίκα είχε μερικούς συγγενείς εκεί και παλιά ζούσε εκεί – όπου σωριάστηκα, λιποθυμώντας. Ο άνδρας μου και η Bube ήταν επίσης εκεί. Εκεί κοιμηθήκαμε και την Τρίτη το πρωί ο άνδρας μου και εγώ το σκάσαμε γυμνοί και ξυπόλυτοι στο Κολρές και την Τετάρτη επιστρέψαμε στο Κίσινεφ. Όλα τα εμπορεύματα στο μαγαζί μας τα είχαν πάρει και δε μας έμεινε τίποτα».
-
Μαρτυρία της Rivka Schiff όπως καταγράφηκε από τον H. N. Bialik
Στις 6 Απριλίου, την τελευταία μέρα του εβραϊκού Πάσχα και την πρώτη του χριστιανικού το 1903, άρχισε ένα κύμα επιθέσεων εναντίον των Εβραίων του Κίσινεφ (σημ. Κισινάου), πρωτεύουσα της Μπεσαράμπια (ΣτΜ: περιοχή που σήμερα τα εδάφη της ανήκουν σε Μολδαβία και Ουκρανία). Για δυο, και σε κάποιες περιοχές τρεις μέρες, σπίτια και καταστήματα καταστράφηκαν και λεηλατήθηκαν· άνδρες, γυναίκες και παιδιά χτυπήθηκαν, κατακρεουργήθηκαν, και δολοφονήθηκαν· γυναίκες βιάστηκαν ομαδικά. Οι δράστες όπως στο μαρτύριο της Schiff, ήταν συχνά νεαροί άνδρες γείτονες, μαθητές και επιχειρηματικοί συνεργάτες των θυμάτων. Έδρασαν ανενόχλητοι ενώ η ρωσική αστυνομία παρέμενε αμέτοχη, οι τοπικοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι αγνόησαν τις εκκλήσεις για βοήθεια, και η ταχυδρομική υπηρεσία αρνήθηκε να μεταφέρει τηλεγραφήματα που περιείχαν απεγνωσμένες εκκλήσεις για παρέμβαση στην κεντρική κυβέρνηση
Ως το 1903, οι Ρώσοι Εβραίοι είχαν ήδη ζήσει πογκρόμ, αντιεβραϊκή νομοθεσία, και αναγκαστικό εκτοπισμό· επόμενα πογκρόμ κατά τη δεκαετία του 1910 και των αρχών του 1920 θα έπαιρναν δεκάδες χιλιάδες ακόμη θύματα στο Κίσινεφ: υπολογίζεται πως εκείνα τα χρόνια 1236 πογκρόμ πραγματοποιήθηκαν μόνο στην Ουκρανία, στα οποία μεταξύ τριάντα και εβδομήντα χιλιάδες εβραίοι σφαγιάστηκαν· όμως, το Κίσινεφ, με «μόνο» 49 νεκρούς, έγινε, ως το Ολοκαύτωμα τουλάχιστον, η κωδικοποιημένη έκφραση για την βίαιη μεταχείριση και την ευαλωτότητα των Εβραίων.
Τα επίπεδα βαναυσότητας στο Κίσινεφ, ή ακριβέστερα, οι τρόποι με τους οποίους αυτή η βαρβαρότητα εμφανίστηκε, μεταφέρθηκε και διαχύθηκε σε ολόκληρο το κόσμο, ήταν δίχως προηγούμενο. Για ένα σχετικά τοπικό περιστατικό, το Κίσινεφ προκάλεσε αναρίθμητα άρθρα, επιστολές, και φωτογραφίες σε μεγάλες εφημερίδες σε ολόκληρο το κόσμο, ανάμεσα τους στους New York Times και London Times· έφερε σημαντική πολιτική αντίδραση σε Ρωσία, Αγγλία και στις Ηνωμένες Πολιτείες και το έφερε στην ευρύτερη πολιτισμική σφαίρα – σε θεατρικά, τραγούδια, ποιήματα, και δοκίμια – κάποια από τα οποία αναφέρονται ακόμη και σήμερα. Το Κίσινεφ ήταν επίσης το πρώτο πογκρόμ που καταγράφηκε φωτογραφικά σε εκτεταμένο βαθμό, ο πρώτος οπτικά καταγεγραμμένος τρόμος του 20ου αιώνα, που ακολουθήθηκε μια δεκαετία αργότερα από τις εικόνες των αιματοβαμμένων πεδίων μαχών και διαμελισμένων στρατιωτών του 1ου ΠΠ. Συνέπεσε ίσως με αυτό που έδειχνε την αρχή ενός «νέου μέσου», – εντυπωσιοθηρικού, οπτικοποιημένου, παθιασμένου με την βία, οικουμενικά προσανατολισμένου τρόπου κάλυψης των ειδήσεων που τρέφεται από το αίμα και το μακελειό· φωτογραφίες παραμορφωμένων νεκρών σωμάτων, μεταξύ τους εκείνων των παιδιών, και σπίτια μεταμορφωμένα σε ερείπια εμφανίστηκαν σε εφημερίδες και βιβλία παντού.
Στην διάρκεια του επόμενου αιώνα, ωστόσο, αυτό που έφερε το Κίσινεφ στην συνείδηση γενιών Εβραίων δεν ήταν οι φωτογραφίες ή τα ιστορικά βιβλία, και σίγουρα όχι οι μαρτυρίες όπως της Schiff, αλλά ένα ποίημα, «Be–ir ha–hariga» («Στη Πόλη του Φονικού»), που γράφτηκε στον απόηχο του πογκρόμ από τον επιφανή Εβραίο ποιητή Hayyim Nahman Bialik. Τουλάχιστον στο Ισραήλ, όπου μεγάλωσα, αυτό το ποίημα είναι βασικό κομμάτι του σχολικού προγράμματος· δεν θυμάμαι πότε το διάβασα ή το μελέτησα πρώτη φορά, αλλά οι λέξεις «Κίσινεφ» και «πογκρόμ» μοιάζουν να είναι κομμάτι του λεξιλογίου μου για μεγάλο, πολύ μεγάλο διάστημα.
Η «Πόλη του Φονικού», εκδόθηκε το 1904. Ο 31χρονος Bialik είχε ήδη φτάσει σε θρυλικό επίπεδο στο κόσμο της εβραϊκής λογοτεχνίας. Είχε επίσης ήδη γράψει ένα ποίημα για το Κίσινεφ, «Στη Σφαγή» – μια συγκινητική ελεγεία που είχε θετική υποδοχή. Τον Μάιο του 1903, ένα μήνα μετά το πογκρόμ, στάλθηκε στο Κίσινεφ, όχι για να γράψει ακόμη ένα ποίημα για αυτό, αλλά για να συγκεντρώσει μαρτυρίες επιζώντων και να τις εκδώσει σε βιβλίο. Τον έστειλε η Εβραϊκή Ιστορική επιτροπή στην Οδησσό, μια μικρή αλλά με επιρροή πολιτική οντότητα που επικεφαλής της ήταν ο σιωνιστής εκδότης και δοκιμιογράφος Ahad Ha’am (Asher Ginzburg). Το 1903, το σιωνιστικό κίνημα δεν ήταν ακόμη ένα πλήρως αναπτυγμένο εθνικό κίνημα σε αναζήτηση πατρίδας, ωστόσο έβλεπε τον εαυτό του ως πολιτική οντότητα που αντιπροσώπευε τους Εβραίους και επιδίωκε να καταγράψει και να δημοσιοποιήσει τις βαρβαρότητες όσο ευρύτερα γίνονταν.
Όσο ήταν στο Κίσινεφ, ο Bialik και οι συνεργάτες του μόχθησαν πολύ για να εξασφαλίσουν την ακρίβεια και την αλήθεια των μαρτυριών. Καταγράφηκαν μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων, με την βοήθεια ντόπιων, σε διάστημα δυο μηνών (Μάιος-Ιούνιος 1903). Τα άτομα από τα οποία πάρθηκαν οι καταθέσεις πήραν το ίδιο ερωτηματολόγιο, και οι απαντήσεις τους περάστηκαν σε πολλά τετράδια με την σειρά που εμφανίστηκαν. Με διαφορετικούς βαθμούς λεπτομέρειας και έκτασης, κάθε μάρτυρας μετέφερε τα γεγονότα με χρονολογική σειρά, από την στιγμή που εκείνος ή εκείνη άκουσε για τις επερχόμενες επιθέσεις μέχρι την στιγμή που σταμάτησαν. Οι μαρτυρίες οργανώθηκαν σε σύνολα, χωρίστηκαν ανά γειτονιά και αυλές, έτσι ώστε τα γεγονότα που έλαβαν χώρα σε κάθε περιοχή να μπορούν να διασταυρωθούν από πολλές μαρτυρίες – γείτονες ή μέλη της ίδιας οικογένειας. Συχνά, ένα κατά προσέγγιση χρηματικό ποσό για τις ζημιές που ανέφεραν οι μάρτυρες αναγραφόταν στο τέλος μιας μαρτυρίας.
Περίπου 150 μαρτυρίες συγκεντρώθηκαν, διαφορετικής έκτασης η κάθε μια, από μια σύντομη παράγραφο ως οχτώ σελίδες. Ο Bialik τότε πήγε στο απομονωμένο κτήμα του πεθερού του για να διορθώσει και οργανώσει τις μαρτυρίες. Στην τελική του εκδοχή, κάθε μαρτυρία προλογίζονταν με μια μικρή αναφορά στην διεύθυνση, την ηλικία, το επάγγελμα, οικονομική κατάσταση, τόπο καταγωγής, και οικογενειακή κατάσταση του ατόμου που πρόσφερε την μαρτυρία. Η μαρτυρία της Schiff προλογίζεται ως εξής:
Σπίτι ν. 11 Οδός Νικολάι
Από το στόμα της βιασμένης γυναίκας Rivka Schiff, σύζυγο του Shabtai Schiff (που τώρα ζει στην Οδό Μπαντέρσκι 36 και στην διάρκεια του πογκρόμ στην Οδό Νικολάι 11), 24 ετών, 4 χρόνια μετά τον γάμο της (είχε ένα γιο που πέθανε). Γεννημένη στο Γιάσσι και σε μικρή ηλικία (3 ετών) ήρθε στο Κίσινεφ (ο πατέρας της ήταν χασάπης στην Ρουμανία, έφυγε για την Αμερική, όπου δεν έγινε δεκτός, και εγκαταστάθηκε εδώ).
Η μαρτυρία της Schiff ακολουθήθηκε από εκείνη του άντρα της και άλλων που βρίσκονταν στην ίδια αυλή. Η δεύτερη γυναίκα που βιάστηκε στην σοφίτα της Οδού Νικολάι 11 – η Sima Zichec – δεν δίνει την μαρτυρία της, ή η μαρτυρία της δεν διασώθηκε. Στην μαρτυρία του, ο σύζυγος της Schiff, Shabatai Schiff, αναφέρει το βιασμό της Sima Zichec (αν και αφήνει να εννοηθεί πως άκουσε μόνο για αυτό, πως δεν τον είδε στα αλήθεια). Δεν αναφέρει την σύζυγο του με οποιοδήποτε τρόπο. Ο βιασμός αναφέρεται στο τέλος της μαρτυρίας του, μετά την μαρτυρία του για το τι έγινε όταν εκείνος και οι άλλοι πήδηξαν έξω από την σοφίτα (τον χτύπησαν· μια ηλικιωμένη γυναίκα, η Bube, μαχαιρώθηκε)
«Στην σοφίτα σύμφωνα με έναν μάρτυρα, μια παρθένα βιάστηκε, η 19χρονη Rachel Darnizki, και εξαιτίας της ντροπής έφυγε από την πόλη. Άτομα επίσης αναφέρουν πως η βιασμένη νεαρή γυναίκα Sima Zichec χειροτερεύει από την ημέρα της καταστροφής και έχει γίνει τρομερά αδύνατη».
Αφού αφιέρωσε μήνες στην οργάνωση και επεξεργασία των μαρτυριών σε βιβλίο που να μπορεί να εκδοθεί, ο Bialik αποφάσισε να εγκαταλείψει εντελώς το εγχείρημα, για λόγους που δεν αποκάλυψε ποτέ δημόσια. Έθαψε τις μαρτυρίες βαθιά στα αρχεία του και αρνήθηκε να τις εκδώσει στη διάρκεια της ζωή του, ακόμη και όταν μετακόμισε στην Παλαιστίνη. Αντίθετα, ξεκίνησε να δημιουργεί «Την Πόλη του Φονικού» – ένα μνημειώδες επικό ποίημα που θα σόκαρε τον εβραϊκό κόσμο μόλις εκδόθηκε, ενεργοποιώντας και πολιτικοποιώντας όχι μόνο τους σιωνιστές αλλά τους Εβραίους γενικά, και θα εντύπωνε το Πογκρόμ στη βιογραφία των γεννημένων μετά το Ολοκαύτωμα Εβραίων σαν και εμένα.
Το ποίημα του Bialik είναι επικεντρωμένο στην μαρτυρία: την ανδρική μαρτυρία. Ξεκινά με την εντολή του Θεού στον άνδρα ποιητή/αγγελιοφόρου να «σηκωθεί και να πάει στην πόλη του φονικού», να δει με ίδια του τα μάτια και να νιώσει με το ίδιο του το χέρι «το ξεραμένο αίμα και τα πετρωμένα μυαλά των νεκρών». Συνεχίζει με μια σειρά από σοκαριστικές συνεκδοχές: ένα «ανοιγμένο στήθος γεμάτο με φτερά», «ένα κουτί ρουθούνια και καρφιά εννιά ιντσών», «ένα μωρό βρέθηκε στο πλευρό της μαχαιρωμένης μάνας του/ ακόμα κοιμάται με την παγωμένη ρώγα της το στόμα που βυζαίνει». Η δεύτερη στροφή, στην οποία ο Θεός διατάζει τον ποιητή να γίνει μάρτυρας του βιασμού των Εβραίων γυναικών βασίζεται χαλαρά στην μαρτυρία της Rivka Schiff:
Προχώρα… και κατέβα στα σκοτεινά κελάρια
Όπου οι αγνές θυγατέρες της φυλής σου βεβηλώθηκαν ανάμεσα στις κατσαρόλες και τα τηγάνια
Γυναίκα μετά τη γυναίκα κάτω από εφτά μετά από εφτά απεριτόμητους,
Κόρη μπροστά στη μητέρα και μητέρα μπροστά στη κόρη,
Πριν το φονικό, στο φονικό, μετά το φονικό·
Και με τα χέρια σου άγγιξε τις βρώμικες μαξιλαροθήκες και τα κοκκινισμένα μαξιλάρια,
Αγέλη αγριόχοιρων και κοπάδι Κένταυρων βιαστών
Με το αίμα να στάζει στο τσεκούρι και να αχνίζει στο χέρι τους.
Και δες, ω δες: στη σκιά της ίδιας γωνιάς
Κάτω από το πάγκο και πίσω από το βαρέλι
Κρύβονται άνδρες, αρραβωνιαστικοί, αδελφοί, κοιτώντας από τρύπες
Το τρέμουλο των ιερών σωμάτων κάτω από τη σάρκα γαϊδάρων
Την ασφυξία στην διαφθορά τους και το πνιγμό στο ίδιο το αίμα του λαιμού τους
Σαν φέτες κρέατος ο σιχαμερός εθνικός ανοίγει τη σάρκα τους –
Κρύβονται στην ντροπή και τα πριονίδια – και δεν κουνήθηκαν και δεν έφυγαν.
Η στροφή αυτή, σίγουρα μια από τις δυνατότερες στο ποίημα, προκάλεσε τρομερά κύματα όταν το ποίημα πρωτοδημοσιεύτηκε. Η σκληρή του και αδυσώπητη κριτική στην ανδρική εβραϊκή παθητικότητα γενικά έγινε δεκτή ως αληθινή, έγκυρη, και δίκαιη· στον απόηχο του, εβραϊκές ομάδες αυτοάμυνας δημιουργήθηκαν σε ολόκληρη την Ρωσία και την Ουκρανία και το σιωνιστικό ήθος της αυτάρκειας κέρδισε νέα και έντονη ορμή. Τα επόμενα χρόνια, ωστόσο, και συγκεκριμένα από την ολοκληρωμένη έκδοση των μαρτυριών του Κίσινεφ το 1991, η ίδια στροφή είναι αντικείμενο έντονης κριτικής επανεκτίμησης. Το 2004 σε ένα συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στην Εβραϊκή Θεολογική σχολή στην Νέα Υόρκη για να τιμήσει την εκατοστή επέτειο της δημοσίευσης του ποιήματος, και στο «Kishinev in the Twentieth Century» σε ένα επόμενο ειδικό τεύχος του Prooftexts, πολλά από τα άρθρα ασχολήθηκαν με την παραποίηση των μαρτυριών των επιζώντων από τον Bialik. Ξέρουμε πως υπήρχαν πραγματικά προσπάθειες για αυτοάμυνα στο Κίσινεφ τόσο από άτομα όσο και από ομάδες. Επίσης ξέρουμε πως τέτοιες προσπάθειες αποτράπηκαν από την αστυνομία, και στις περισσότερες περιπτώσεις, ήταν αναποτελεσματικές. Δεν υπήρχαν σύζυγοι που κρυφοκοιτούσαν στην ιστορία του Κίσινεφ εκτός, μεταφορικά μιλώντας, από τον ίδιο τον ποιητή, του οποίου η εικονιστική, ελαφρώς πορνογραφική γλώσσα τραβά τον αναγνώστη στην σκηνή του βιασμού και την ή τον απομακρύνει από την αλήθεια του.
Οι λόγοι που ο Bialik αντικατέστησε την ψύχραιμη , έντονα υποκειμενική, και θυμωμένη μαρτυρία της Schiff για τον γενικό, ασαφή βιασμό των «αγνών θυγατέρων» από μια «αγέλη αγριόχοιρων» επίσης έχουν αναλήθεια από αρκετούς ακαδημαϊκούς. Πέρα από τον βασικό λόγο – πως οι εικόνες αγνών Εβραίων νεαρών γυναικών που δέχονται την επίθεση από ένα «κοπάδι βιαστών Κενταύρων» θα βοηθούσαν τις σιωνιστικές βάσεις του ποιήματος καλύτερα από ότι μια συνηθισμένη γυναίκα που βιάζεται από τον συνάδελφο της και τους μεθυσμένους φίλους του – πολλοί ακόμη έχουν προταθεί. Σε ένα πρόσφατο άρθρο, ο Michael Guzman, αναφέρει μια επανεργοποιήση ενός παλιού σεξουαλικού τραύματος που πυροδότησε στον Bialik μια έντονη ταύτιση και ένα πραγματικό τρόμο της θυματοποίησης των γυναικών στο Κίσινεφ. Ο Dan Miron έχει πει πως ο Bialik υπέφερε συμπτώματα μετατραυματικού τραυματικού συνδρόμου που βιώνουν εκείνοι «που εκτέθηκαν στο εκτεθειμένο» – εκείνοι οι γιατροί, υπάλληλοι, και δημοσιογράφοι που έχουν έρθει σε επαφή με επιζώντες μαζικού τραύματος και των οποίων οι τρόμοι καταγράφηκαν και καταλογογραφήθηκαν αρχικά από τον Robert Jay Lifton στο Death in Life: Survivors of Hiroshima (1967). O Bialik σύμφωνα με αυτή την εξήγηση μούδιασε, έγινε απαθής, και ακόμη και σαγηνεύτηκε από το τρόμο και την διαστροφή της βίας του Κίσινεφ, και το ποίημα είναι μια μαρτυρία των συμπτωμάτων ενός απρόθυμου μάρτυρα παρά των ιστοριών των πραγματικών επιζώντων του Κίσινεφ.
Δίχως αμφιβολία, επιλέγοντας να δημοσιεύσει την «Πόλη του Φονικού» αντί των αρχικών μαρτυριών τού Κίσινεφ, ο Bialik έχει μεταθέσει την προσοχή των αναγνωστών από την μαρτυρία του επιζώντα στην έμμεση μαρτυρία του ποιητή/μάρτυρα. Είναι αυτή η μαρτυρία – οι παρατηρήσεις του, οι διαθέσεις του, ο θυμός του και τα πνιγμένα δάκρυα, η οργή του για την ανημποριά των θυμάτων – αυτή είναι το πραγματικό αντικείμενο του ποιήματος. Και είναι με αυτή τη φιγούρα ή θέση-υποκείμενο του διχασμένου μάρτυρα, επηρεασμένου από τους τρόμους και όμως απόλυτα έξω από αυτούς, που ταυτίζονται οι αναγνώστες. Ναι, η κρίση του Bialik επηρεάζονταν από τις σιωνιστικές τους βάσεις, από το παιδικό του τραύμα, από συμπτώματα δευτερογενούς μετατραυματικού συνδρόμου, αλλά αυτά δεν εξηγούν γιατί σχεδόν κανείς που διάβασε το ποίημα την περίοδο της έκδοσης του δεν αμφισβήτησε την αλήθεια της μαρτυρίας του Bialik, και γιατί σχεδόν κανείς δεν σιγουρεύτηκε πως οι μαρτυρίες θα δημοσιευτούν· αυτοί οι λόγοι δεν εξηγούν την δίχως προηγούμενο δημοφιλία του ποιήματος, τότε και σήμερα, και η άμεση της επίκληση σε σχεδόν κάθε ευαισθησία του αναγνώστη. Πράγματι, είναι η η ίδια η αφήγηση του μαρτυρίου μέσα από το διαμεσολαβημένο βλέμμα του ποιητή, η ακριβής αντιμετώπιση της αδυναμίας να γίνεις μάρτυρας στο μαρτύριο άμεσα που κάνει το ποίημα να λειτουργεί για τόσους πολλούς.
Υπάρχει, νομίζω, μια απροθυμία για την ενασχόληση με τις πραγματικές μαρτυρίες για το είδος της θυματοποίησης που ίσως και εσύ μπορεί να υπέφερες, αν οι συνθήκες ήταν ελάχιστα διαφορετικές. Έτσι ο Bialik δημιουργεί μια μεσολαβητική φιγούρα – εκείνη του άνδρα ποιητή/αγγελιοφόρου που βλέπει και αισθάνεται για τα εβραϊκά θύματα, και ιδιαίτερα για τις γυναίκες, αλλά που διακριτά τους χαρακτηρίζει ως Άλλους. Αυτή ήταν μια κανονικοποιητική σιωνιστική αντίδραση: να στηρίξει την επιδίωξη του για νομιμοποίηση στο εβραϊκό μαρτύριο και όμως να μάχεται για την δημιουργία ενός οικουμενικού υποκειμένου που είναι ανέγγιχτο από αυτό το ίδιο το μαρτύριο και θυματοποίηση. Ο σιωνισμός δημιούργησε ένα νέο πρόσωπο που επιρεάζεται από την εβραϊκή ιστορία αλλά που την ίδια στιγμή είναι αποκομμένο από αυτή. Είμαι αυτό το πρόσωπο. Και επειδή είμαι αυτό το πρόσωπο, η ανακάλυψη και μετάφραση της μαρτυρίας της Schiff δεν είναι τίποτα λιγότερο από απελευθερωτική. Στην απλότητα της, στην ακρίβεια κάθε μιας από τις λεπτομέρειες της, στην αργόσυρτη χρονική εξέλιξη της, η τυχαιότητα κάθε στιγμής εκείνης της τρομακτικής εποχής ζωντανεύει για εμένα. Το Κίσινεφ ήταν τρόμος. Αυτό δεν αλλάζει όταν κάποιος διαβάζει τις μαρτυρίες και ανακαλύπτει πως ο Bialik διαστρέβλωσε, μεγέθυνε, ή ελαχιστοποίησε κάποιες από τις λεπτομέρειες του. Διαβάζοντας ωστόσο την μαρτυρία της Schiff πέρα από τη σκιά του διαχρονικού μνημειώδους ποιήματος, η ιστορία, όσο και αν είναι επώδυνη, γίνεται χειροπιαστή και αληθινή με ένα νέο τρόπο. Ξεκαθαρίζει το πεδίο της όρασης.
Απόσπασμα:
Στις 6 Απριλίου, την τελευταία μέρα του εβραϊκού Πάσχα και την πρώτη του χριστιανικού το 1903, άρχισε ένα κύμα επιθέσεων εναντίον των Εβραίων του Κίσινεφ, πρωτεύουσα της Μπεσαράμπια. Για δυο, και σε κάποιες περιοχές τρεις μέρες, σπίτια και καταστήματα καταστράφηκαν και λεηλατήθηκαν· άνδρες, γυναίκες και παιδιά χτυπήθηκαν, κατακρεουργήθηκαν, και δολοφονήθηκαν· γυναίκες βιάστηκαν ομαδικά. Οι δράστες όπως στο μαρτύριο της Schiff, ήταν συχνά νεαροί άνδρες γείτονες, μαθητές και επιχειρηματικοί συνεργάτες των θυμάτων. Έδρασαν ανενόχλητοι ενώ η ρωσική αστυνομία παρέμενε αμέτοχη, οι τοπικοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι αγνόησαν τις εκκλήσεις για βοήθεια, και η ταχυδρομική υπηρεσία αρνήθηκε να μεταφέρει τηλεγραφήματα που περιείχαν απεγνωσμένες εκκλήσεις για παρέμβαση στην κεντρική κυβέρνηση Ως το 1903, οι Ρώσοι Εβραίοι είχαν ήδη ζήσει πογκρόμ, αντιεβραϊκή νομοθεσία, και αναγκαστικό εκτοπισμό· επόμενα πογκρόμ κατά τη δεκαετία του 1910 και των αρχών του 1920 θα έπαιρναν δεκάδες χιλιάδες ακόμη θύματα στο Κίσινεφ: υπολογίζεται πως εκείνα τα χρόνια 1236 πογκρόμ πραγματοποιήθηκαν μόνο στην Ουκρανία, στα οποία μεταξύ τριάντα και εβδομήντα χιλιάδες εβραίοι σφαγιάστηκαν· όμως, το Κίσινεφ, με «μόνο» 49 νεκρούς, έγινε, ως το Ολοκαύτωμα τουλάχιστον, η κωδικοποιημένη έκφραση για την βίαιη μεταχείριση και την ευαλωτότητα των Εβραίων.
Leave a Reply