τελευταία άρθρα σε τίτλους

Silvia Federici: Ο Αγώνας για τα Κοινά

Enter your email address to follow this blog and receive notifications of new posts by email.

Join 6,845 other subscribers
πηγή: https://www.kolektivifeminist.org/page-per-pune-te-shtepise-silvia-federici/

Απόσπασμα από το βιβλίο Caliban and the Witch (Autonomedia, 2004). Η Silvia Federici είναι ακτιβίστρια του ριζοσπαστικού φεμινισμού, συγγραφέας και ακαδημαϊκός. Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας.

Ως τα τέλη του 14ου αιώνα, οι εξεγέρσεις των χωρικών εναντίον των γαιοκτημόνων είχαν γίνει ενδημικές, μαζικές και συχνά ένοπλες. Ωστόσο, η οργανωτική ισχύς που έδειξαν οι χωρικοί την περίοδο αυτή ήταν το αποτέλεσμα μιας μακράς σύγκρουσης που, λίγο πολύ ανοιχτά, διέτρεξε όλο τον Μεσαίωνα.

Αντίθετα με της απεικόνιση της φεουδαρχικής κοινωνίας των σχολικών βιβλίων ως στατικού κόσμου, στον οποίο κάθε οικισμός  αποδεχόταν την προκαθορισμένη της θέση στην κοινωνική τάξη, η εικόνα που προκύπτει από μια μελέτη φεουδαρχικού αρχοντικού είναι μάλλον εκείνη του ασταμάτητου ταξικού αγώνα.

Όπως μαρτυρούν τα αρχεία των αγγλικών φεουδαρχικών δικαστηρίων, το μεσαιωνικό χωριό ήταν το θέατρο καθημερινού πολέμου. Κατά περιόδους, αυτό έφτανε στιγμές μεγάλης έντασης, όπου οι χωρικοί σκότωσαν τον δικαστή ή επιτέθηκαν στο κάστρο του άρχοντα. Πιο συχνά ωστόσο, αποτελούνταν από ατελείωτη δικαστική διαμάχη, με την οποία οι δουλοπάροικοι προσπάθησαν να περιορίσουν την αυθαιρεσία των αρχόντων, να διορθώσουν τα «βάρη» τους, και να μειώσουν τους πολλούς φόρους που τους χρωστούσαν σε αντάλλαγμα για τη χρήση της γης.

Ο βασικός σκοπός των δουλοπάροικων ήταν να κρατήσουν το εργασιακό τους πλεόνασμα και προϊόν και να διευρύνουν τη σφαίρα των οικονομικών και νομικών δικαιωμάτων. Οι δύο αυτές πτυχές του αγώνα των αγώνα των εργατών συνδέονταν συχνά, καθώς πολλές υποχρεώσεις πήγαζαν από την νομική θέση των δουλοπάροικων. Έτσι στην Αγγλία του 13ου αιώνα, τόσο σε λαϊκά και εκκλησιαστικά κτήματα, οι άνδρες χωρικοί συχνά δέχονταν πρόστιμα επειδή ισχυρίζονταν πως δεν ήταν δουλοπάροικοι αλλά ελεύθεροι άνθρωποι, μια αμφισβήτηση που μπορούσε να καταλήξει σε σκληρή δικαστική διαμάχη, ακόμη και σε προσφυγή στη βασιλική αυλή. Οι χωρικοί επίσης δέχονταν πρόστιμα  επειδή αρνούνταν να ψήσουν το ψωμί τους στους φούρνους των αρχόντων, ή να αλέσουν το σιτάρι, ή τις ελιές τους στους μύλους τους, που τους επέτρεπε να αποφεύγουν τους απαράδεκτους φόρους  που επέβαλλαν οι άρχοντες για την χρήση αυτών των εγκαταστάσεων. Ωστόσο, το πιο σημαντικό πεδίο του αγώνα των εργατών ήταν η εργασία, που σε συγκεκριμένες μέρες της εβδομάδας, έπρεπε να κάνουν στη γη των αρχόντων. Αυτές οι «υποχρεωτικές εργασίες» ήταν τα βάρη που επηρέαζαν πιο άμεσα τις ζωές των δουλοπάροικων και, στη διάρκεια του 13ου αιώνα, ήταν το κεντρικό ζήτημα στον αγώνα των υπηρετών για ελευθερία.

Η στάση των δουλοπάροικων προς την corveé, όπως επίσης ήταν γνωστές οι υποχρεωτικές εργασίες, αποκαλύπτεται από τις καταχωρήσεις στα βιβλία των φεουδαρχικών δικαστηρίων, όπου καταγράφονταν οι τιμωρίες που επιβάλλονταν στους ενοικιαστές. Μέχρι τα μέσα του 13ου αιώνα, τα στοιχεία μιλούν για «μαζική αποστέρηση» εργασίας. Οι ενοικιαστές δεν θα πήγαιναν και ούτε έστελναν τα παιδιά τους να εργαστούν στη γη των αρχόντων όταν καλούνταν την περίοδο της συγκομιδής, ή θα πήγαιναν στα χωράφια πολύ αργά, έτσι ώστε οι σοδιές καταστρέφονταν, ή εργαζόντουσαν πρόχειρα, έκαναν μεγάλα διαλλείματα και γενικά κρατούσαν μια απείθαρχη στάση. Για αυτό και η ανάγκη των αρχόντων για σταθερή και στενή επίβλεψη και επαγρύπνηση, όπως φάνηκε από αυτή την προτροπή:

«Βάλτε τον δικαστή και τον επιστάτη, να είναι πάντα μαζί με τους οργωτές, να βλέπουν πως κάνουν τη δουλειά τους καλά και επιμελώς, και στο τέλος της μέρας να βλέπουν πόση δουλειά έχουν κάνει…. Και επειδή από συνήθεια οι υπηρέτες αμελούν την εργασία τους είναι αναγκαίο να προσέχουμε για την απάτη τους, επιπλέον είναι αναγκαίο να επιβλέπονται συχνά, και επειδή ο δικαστής πρέπει να τα επιβλέπει όλα, πως δουλεύουν καλά και αν δεν δουλεύουν καλά, να τιμωρούν».

Μια παρόμοια κατάσταση απεικονίζεται στο Piers Plowman, το αλληγορικό ποίημα του William Langland, όπου σε μια σκηνή οι εργάτες, που ήταν απασχολημένοι το πρωί, πέρασαν το απόγευμα με το να κάθονται και να τραγουδούν και, σε μια άλλη, τεμπέληδες άνθρωποι κατέφθασαν στην ώρα της συγκομιδής επιδιώκοντας (όχι να δουλέψουν, αλλά να πιούν και να κοιμηθούν».

Επίσης η υποχρέωση για προσφορά στρατιωτικής υπηρεσίας σε καιρό πολέμου γνώρισε ισχυρή αντίσταση. Όπως αναφέρει ο H. S. Bennett, χρειάζονταν πάντοτε βία για στρατολόγηση στα αγγλικά χωριά, και ένας μεσαιωνικός διοικητής σπάνια κατόρθωνε να κρατήσει τους άντρες του στο πόλεμο, καθώς αυτοί που κατατάσσονταν λιποτακτούσαν με την πρώτη ευκαιρία, αφού εισέπρατταν την αμοιβή τους. Χαρακτηριστικές είναι οι μισθοδοσίες της εκστρατείας στη Σκοτία το 1300, που δείχνει πως ενώ είχαν διαταχθεί 16000 νεοσύλλεκτοι να καταταγούν τον Ιούνιο, μέχρι τα μέσα του Ιουλίου μόνο 7000 μπορούσαν να συγκεντρωθούν και αυτό ήταν «ο αφρός του αφρού… μέχρι τον Αύγουστο λίγο πάνω από 3000 απέμειναν». Κατά συνέπεια, ο βασιλιάς όλο και περισσότερο έπρεπε να εξαρτάται σε εγκληματίες που τους είχε δοθεί χάρη και σε παράνομους για να ενισχύσει το στρατό του.

Μια άλλη εστία σύγκρουσης ήταν η χρήση των μη καλλιεργημένων εκτάσεων, περιλαμβανομένων των δασών, των λιμνών, των λόφων, που οι δουλοπάροικοι θεωρούσαν συλλογική ιδιοκτησία. «Μπορούμε να πάμε στο δάσος…» – διακήρυσσαν οι δουλοπάροικοι σε ένα αγγλικό χρονικό των μέσων του 12ου αιώνα – «και να πάρουμε ότι θέλουμε, να πάρουμε να ψάρια από τη λίμνη, να κυνηγήσουμε στα δάση· θα κάνουμε αυτό που θέλουμε στα δάση, στα νερά και στα λιβάδια».

Ακόμη όμως οι σκληρότεροι αγώνες ήταν εκείνοι εναντίον των φόρων και των βαρών που επιβάλλονταν από την δικαστική εξουσία των ευγενών. Αυτοί περιλαμβάναν την manomarta (ένα φόρο που συγκέντρωνε ο άρχοντας όταν πέθαινε ένας δουλοπάροικος), την heriot (φόρο κληρονομιάς που πλήρωνε ο διάδοχος ενός αποβιώσαντα δουλοπάροικου για να έχει δικαίωμα να μπει στο κτήμα του, που συνήθως ήταν το καλύτερο ζώο του νεκρού), και το χειρότερο όλων η tallage, ένα χρηματικό ποσό που αποφασίζονταν αυθαίρετα , που οι άρχοντες μπορούσαν να απαιτήσουν κατά βούληση. Και τέλος ήταν η tithe, το ένα δέκατο του εισοδήματος του χωρικού, που το έπαιρνε ο κλήρος, αλλά που συνήθως το συγκέντρωναν οι άρχοντες για λογαριασμό του κλήρου.

Μαζί με την υποχρεωτική εργασία, οι φόροι αυτοί «ενάντια στη φύση και την ελευθερία» ήταν οι πιο μισητοί μεταξύ των φεουδαρχικών τελών, επειδή δεν αποζημιώνονταν από εκχωρήσεις γης ή άλλα οφέλη, αποκάλυπταν όλη την αυθαιρεσία της φεουδαρχικής εξουσίας. Για αυτό και ήταν αντικείμενο σκληρής αντίστασης. Τυπική ήταν η στάση των δουλοπάροικων των μοναχών  του Ντάνστεϊμπλ που το 1299, είπαν πως «προτιμούσαν να πάνε στη κόλαση από το να υποχωρήσουν στο ζήτημα της tallage», και, «μετά από μεγάλη διαμάχη», αγόρασαν την ελευθερία τους από αυτή. Παρόμοια το 1280, οι δουλοπάροικοι του Ίντον, ενός χωριού στο Γιόρκσαϊρ, έκαναν σαφές πως αν δεν καταργούνταν η tallage θα πήγαιναν να ζήσουν στις κοντινές πόλεις του Ρέβενσερεντ και του Χάλ «που είχαν καλά λιμάνια π[ου μεγάλωναν καθημερινά και καθόλου tallage». Δεν ήταν κούφιες απειλές. Η φυγή προς την πόλη ήταν σταθερό συστατικό του αγώνα των εργατών, τόσο που, ξανά και ξανά, σε κάποια αγγλικά φέουδα, «άνδρες κηρύσσονται φυγάδες, και ζουν στις γύρω πόλεις· και ενώ δίνονται διαταγές για να επιστραφούν, η πόλη συνεχίζει να τους δίνει άσυλο….»

Σε αυτές τις ανοιχτές μορφές αντίστασης πρέπει να προσθέσουμε τις πολλαπλάσιες μορφές αντίστασης, για τις οποίες ήταν διάσημοι οι υποταγμένοι χωρικοί σε κάθε εποχή και τόπο: «κωλυσιεργία, προσποίηση, ψεύτικη υπακοή, προσποιητή άγνοια, λιποταξία, μικροκλοπές, λαθρεμπόριο, λαθροθηρία…». Αυτές «οι καθημερινές μορφές αντίστασης», που επέμεναν μέσα στο χρόνο, δίχως τις οποίες δεν μπορεί να υπάρξει επαρκής ανάλυση των ταξικών σχέσεων, ήταν διάχυτες στο μεσαιωνικό χωριό.

Αυτό μπορεί να εξηγεί την προσοχή με την οποία τα εργατικά βάρη ορίζονταν στα αρχεία του φέουδου:

«Για παράδειγμα, {τα αρχεία του φέουδου] συχνά δεν λένε απλά πως ένας άνδρας πρέπει να οργώσει, να σπείρει και να σβαρνίσει ένα έικρ της γης του άρχοντα. Λένε πως πρέπει να το οργώσει με όσα βόδια έχει στο αλέτρι του, να το σβαρνίσει με το δικό του άλογο και σακί…  Οι εργασίες επίσης καταγράφονταν με την παραμικρή λεπτομέρεια…. Πρέπει να θυμόμαστε τους κολίγους του Έλτον που δέχονταν πως όφειλαν να στοιβάξουν το άχυρο στο λιβάδι του άρχοντα και μετά ξανά στον αχυρώνα του, αλλά επέμεναν πως δεν όφειλαν εθιμικά να το φορτώσουν στα κάρα για την μεταφορά από το πρώτο μέρος στο δεύτερο».

Σε κάποιες περιοχές της Γερμανίας, όπου τα τέλη περιλάμβαναν ετήσιες δωρεές σε αυγά και πουλερικά, δοκιμές φυσικής κατάστασης επινοήθηκαν, για να αποφευχθεί οι δουλοπάροικοι να δώσουν στους άρχοντες τις χειρότερες από τις κότες τους:

«Η κότα τοποθετείται μπροστά από ένα φράχτη ή μια πύλη· αν τρομαγμένη έχει τη δύναμη να πετάξει ή να σκαρφαλώσει από πάνω, ο δικαστής πρέπει να τη δεχτεί, είναι υγιής. Ένα χηνόπουλο, επίσης, πρέπει να γίνει δεκτό αν είναι αρκετά ώριμο να τρώει χόρτα δίχως να χάνει την ισορροπία του και να κάθετε κάτω».

Τέτοιου είδους μικρο-κανονισμοί δείχνουν την δυσκολία της επιβολής του μεσαιωνικού «κοινωνικού συμβολαίου» και την ποικιλία των πεδίων μάχης που ήταν διαθέσιμα σε ένα μαχητικό κολίγο ή χωριό. Τα εργατικά καθήκοντα και δικαιώματα ορίζονταν από «έθιμα», αλλά η ερμηνεία τους ήταν αντικείμενο μεγάλης διαφωνίας. Η «επινόηση των παραδόσεων» ήταν μια τυπική πρακτική στην σύγκρουση μεταξύ γαιοκτημόνων και χωρικών, καθώς και οι δυο θα προσπαθούσαν να τις επαναπροσδιορίσουν ή να τις λησμονήσουν, μέχρι που έφτασε μια εποχή στα μέσα του 13ου αιώνα, όταν οι άρχοντες τις έκαναν νόμους.

About furdenkommunismus (864 Articles)
για τον κομμουνισμό

1 Comment on Silvia Federici: Ο Αγώνας για τα Κοινά

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

%d bloggers like this: